Στα ευρωπαϊκά κυνήγια μαγισσών, που έλαβαν χώρα κυρίως μεταξύ του 15ου και του 18ου αιώνα, οι κατηγορίες για μαγεία βασίζονταν συχνά στη δεισιδαιμονία, τον φόβο και τη θρησκευτική υστερία. Οι άνθρωποι που κατηγορούνταν για μαγεία συχνά βασανίζονταν για να ομολογήσουν και στη συνέχεια έκαιγαν στην πυρά ή εκτελέστηκαν με άλλο τρόπο.
Σε πολλές περιπτώσεις, οι κατηγορούμενες μάγισσες ήταν ηλικιωμένες ή ανάπηρες γυναίκες ή μέλη περιθωριοποιημένων ομάδων όπως οι φτωχοί ή οι ψυχικά ασθενείς. Το κυνήγι μαγισσών χρησιμοποιήθηκε επίσης ως μέσο επίλυσης προσωπικών διαφορών ή εξάλειψης πολιτικών αντιπάλων.
Το τέλος του ευρωπαϊκού κυνηγιού μαγισσών οφειλόταν σε μια σειρά παραγόντων, όπως η άνοδος της σκέψης του Διαφωτισμού και ο αυξανόμενος σκεπτικισμός για τη μαγεία. Τον 19ο και τον 20ο αιώνα, το κυνήγι μαγισσών αναβίωσε σε ορισμένες χώρες, όπως η ναζιστική Γερμανία, όπου άτομα που κατηγορούνταν ως μάγισσες στέλνονταν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Το κυνήγι μαγισσών συνεχίζει να συμβαίνει σε ορισμένα μέρη του κόσμου σήμερα, ιδιαίτερα στην Αφρική και την Ασία. Σε ορισμένες χώρες, άτομα που κατηγορούνται για μαγεία μπορεί να υποστούν βία ή ακόμα και θάνατο.