Περιγράφοντας την ελπίδα ως ξύπνιο όνειρο, ο Αριστοτέλης τονίζει ότι μοιράζεται χαρακτηριστικά τόσο με την εγρήγορση, που είναι την κατάσταση της συνειδητής εγρήγορσης, όσο και με το όνειρο, που είναι η κατάσταση της εμπειρίας σκέψεων, εικόνων και συναισθημάτων κατά τη διάρκεια του ύπνου. Σε αυτό το πλαίσιο, η ελπίδα περιλαμβάνει τόσο τη συνειδητή επίγνωση όσο και τη φανταστική πτυχή του ονείρου, όπου τα άτομα οραματίζονται την πραγματοποίηση των φιλοδοξιών και των επιθυμιών τους.
Με άλλα λόγια, το απόσπασμα του Αριστοτέλη υπονοεί ότι η ελπίδα είναι μια μορφή ενεργητικής φαντασίας που συνδυάζει στοιχεία ορθολογικής σκέψης και συναισθηματικής επιθυμίας. Συνεπάγεται τη διατήρηση αισιόδοξων προσδοκιών και την προσπάθεια για ένα επιθυμητό αποτέλεσμα, παρόμοιο με τον τρόπο που μπορεί κανείς να βιώσει ζωντανές εικόνες σε ένα όνειρο. Η ελπίδα παρέχει στα άτομα τη διανοητική και συναισθηματική ενέργεια για να ξεπεράσουν τα εμπόδια και να προωθήσουν τους στόχους τους, ακόμη και σε αβέβαιες συνθήκες.
Η έννοια της ελπίδας ως όνειρο εγρήγορσης τονίζει επίσης την ψυχολογική και κινητήρια δύναμη της ελπίδας στη διαμόρφωση της ανθρώπινης συμπεριφοράς. Η ελπίδα συντηρεί τα άτομα σε δύσκολους καιρούς και παρέχει μια πηγή ανθεκτικότητας απέναντι στις αποτυχίες. Περιλαμβάνει την αλληλεπίδραση του ορθολογισμού, της φαντασίας και της φιλοδοξίας, παρακινώντας τους ανθρώπους να αναλάβουν δράση και να επιμείνουν στην επιδίωξη των ονείρων και των φιλοδοξιών τους.